Στην πίστα με Ε12 1400
Κυριακή είναι πρωί κι ανοίγω το ‘να μάτι
και πετάγομαι μεμιάς σαν τρελός απ’ το κρεβάτι
Έχω όρεξη τρελή το αμάξι να ζορίσω
και τις έννοιες που με τρων’ πίσω όλες να αφήσω.
Πίνω ένα καφέ στο πόδι, λίγο πέφτει στο μπλουζάκι
τον υπόλοιπο τον βάζω σε αεροστεγές βαζάκι.
Πάω βουρ για το γκαράζ, βάζω μπρος και το κορολλα
δεν ζεσταίνω ρελαντί, και στις γάτες ρίχνω φόλα.
Για την πίστα βγάζω χάρτη, φημισμένη των Μεγάρων
είναι σήμερα ανοιχτή και την κάνω άρων άρων.
Δρόμους βλέπω ανοιχτούς, τα φανάρια τα προφταίνω
βρίσκω κιόλας αφορμή και τα λάστιχα ζεσταίνω.
Για να μπω και μες το πνεύμα το χειρόφρενο αρπάζω
μετά βγαίνω Εθνική και το γκάζι παντοφλιάζω.
Πετυχαίνω και στο δρόμο κι άλλους τέτοιους σαν εμένα
ψιλοβάζουμε κοντρίτσες, τα μυαλά μας ειν’ καμμένα.
Φτάνω κάποτε στην πίστα, και το μάτι έχει γυαλίσει
Είμαι σαν τον καομπόι σε μονομαχία στη Δύση.
Υπογράφω τη χαρτούρα, και με βάζουνε στην πίστα
Βάζω άτσαλα το κράνος και χαλάω τη χωρίστρα.
Εχω μπει πια μες το πνευμα, μου κολλήσαν κι αριθμό
Μοιάζω λες κι απ ‘τον Macrey θα ξεκλέψω ένα βαθμό.
Περιμένω στην ουρά, έρχεται και η σειρά μου
Μου ανάβουν το green light και ουρλιάζω απ’ τη χαρά μου.
Βάζω πρώτη και δευτέρα, πριν τον κόφτη και οι δύο
Τραγουδάει το μοτέρ σαν τενόρος σε ωδείο.
Μπαίνω φέτες στην στροφή, ο ιδρώτας σε πανάκι
Απ’ το κάθισμα κρατιέμαι, μοιάζω στον Κακλαμανάκη.
Μάλλον θέλω αμορτισέρ, τα μαμά δεν με κρατάνε
και σε όλες τις στροφές, λίγο έξω με πετάνε.
Μα δεν με πτοεί αυτό, κι ας χορεύω κουκαράτσα.
Το χαμόγελο του Τζόκερ παραμένει μες την φάτσα.
Ήρθε ο ανταγωνισμός, δεν ρολάρω σ’ άδεια πίστα
«Ρε φιλάρα κάνω άκρη, τα μεγάλα φώτα σβήστα.»
Έχω λίγα κυβικά, μόνο 1400
μα τα χέρια που διαθέτω δεν τα έχει ούτε ο Στρακόσια.
Την εκδίκηση την παίρνω μόλις φτάσω στην στροφή
και ορμάω σα λιοντάρι που μυρίστηκε τροφή.
Αυτός κόβει απ’ το φόβο μη γυρίσει καμιά σβούρα
τον περνάω απ’ το πλάι, στην εξάτμιση βαβούρα.
Μα μετά έχει ευθεία, με περνάει σα το βόδι
Τι κι αν είχα ανοίξει πόρτα και έσπρωχνα και με το πόδι.
Σκέφτομαι πως δεν με παίρνει, δεν χαλάω την υγειά μου
και πως πρέπει να ζητήσω χαρτζιλίκι απ’ τη γιαγιά μου.
Αφιερώνομαι ξανά στης ασφάλτου το love story
και για δύσκολες στροφές στην κορόλλα βάζω πλώρη.
Συνεχίζω στον ρυθμό που επιτάσσουν οι αγώνες
και ήδη έχω αρχίσει να πονάω στους αγκώνες.
Μάλλον έφτασε η ώρα για να κλείσει η αυλαία
Την σκυτάλη παραδίδω στην πηγμένη νεολαία.
Με εξάντληση μεγάλη αλλά και ικανοποίηση
Είμαι σαν τον Alan Poe που το έριξε στην ποίηση.
Βγαίνω έξω απ’ τα pits, και το κράνος κάνω πάσα.
και αφήνω το μοτέρ για να πάρει μια ανάσα.
Καθαρίζω τον ιδρώτα από μέτωπο και χέρια
ξεκινώ για να γυρίσω στα παλιά μου τα λημέρια.
Ήσυχη επιστροφή, δεξιά λωρίδα πάντα
κι στροφές μες το κοντέρ δεν χορεύουνε λαμπάντα.
Χαμηλά η μουσική, και οι σκέψεις μου να τρέχουν
βελτιώσεις πως θα κάνω, κι ανταλλακτικά ποιοι έχουν.
Γύρισα πια και στο σπίτι και παρκάρω στο γκαράζ
Στο μπαρμπρίζ βάζω σκιάδι, απ’ τον ήλιο καμουφλάζ.
Δεν έχω ακόμα ηρεμήσει, οι ανάσες είν’ βαριές
Πάλι θα το ξανακάνω. Μέχρι τότε… δε βαριέσ’….
Mad P.K. (Poetry King)
__________________
COROLLA CLUB
Διοικητικό μέλος
Corolless but still a Renegade... OlllllllO
|