Αφού έβγαινε ο νικητής της παραπάνω διαδικασίας, συνήθως επέλεγε τον καλύτερο παίκτη ή αυτόν που ξέραμε πως θα κάτσει τερματοφύλακας σε όλο τον αγώνα χωρίς να γκρινιάξει και χωρίς να ζητήσει να παίξει καθόλου μέσα.
Όσον αφορά τον τερματοφύλακα, αν δεν υπήρχε κάποιος που θα καθόταν με την θέλησή του -πράγμα σπάνιο- τότε μπαίναμε όλοι τέρμα μέχρι να φάμε ένα γκολ. Επειδή, κάποιοι το έτρωγαν επίτηδες για να ξαναμπούν γρήγορα μέσα, βάζαμε άλλους κανόνες όπως “φάμε-βάλουμε δύο” ή χρονομετρούσαμε τη θητεία του καθενός στο τέρμα.
Αν ο αριθμός των παιδιών ήταν μονός, η ομάδα με το πιο αδύναμο “ρόστερ” έπαιρνε τον παίκτη παραπάνω.
Όταν χάναμε την μπάλα
Πόσες φόρμες και σορτσάκια έχουν σκιστεί στην προσπάθεια μας να φτάσουμε με τα πόδια την μπάλα που είχε καρφωθεί κάτω από κάποιο αυτοκίνητο ή είχε μπει σε κάποιο χώρο που έπρεπε να πηδήξουμε ένα συρματόπλεγμα; Πόσες κλωτσιές έχουμε ρίξει ομαδικά στους κορμούς δέντρων για να πέσει η μπάλα που είχε σφηνώσει σε κάποιο κλαδί; Τις περισσότερες φορές τα παραπάνω γινόντουσαν ενώ φωνάζαμε εν χορώ: “πού ναι η μπάλα, οέο πού ναι η μπάλα”.
Επίσης, άπειρες ήταν οι φορές που η μπάλα πήγαινε σε συγκεκριμένο μπαλκόνι ή έσπαγε τα ποτήρια στα τραπέζια συγκεκριμένης κάθε φορά καφετέριας και εμείς παρακαλάγαμε τον ιδιοκτήτη να μας την δώσει πίσω και υποσχόμασταν για χιλιοστή φορά πως η συγκεκριμένη ήταν η τελευταία που συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Το λεξικό του ποδοσφαίρου
Υπήρχαν μια σειρά από φράσεις και λέξεις που λέγαμε όσοι παίζαμε μπάλα που δεν καταλάβαινε κανείς πλην των συμμετεχόντων.
Φυσικό εμπόδιο: Την συγκεκριμένη φράση την αναφέραμε όταν παίζαμε ποδόσφαιρο σε κάποια πλατεία και η μπάλα έπεφτε σε κάποιον διερχόμενο. Λέγοντας “φυσικό εμπόδιο” εννοούσαμε πως το παιχνίδι συνεχίζεται κανονικά, αφού το να συμβεί κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο.
Περίπτερο/καφενείο: ‘Ετσι αποκαλούσαμε τον παίκτη που ελλείψει offside άραζε στην άμυνα του αντιπάλου και δεν το κουνούσε αν δεν ερχόταν η μπάλα στα πόδια του. Προφανώς, το “καφενείο” δεν γυρνούσε ποτέ στην άμυνα.
Παγκότερμα/μπακότερμα: Όχι, δεν είναι ανακάλυψη του Νόιερ. “Παγκότερμα” είχαμε συνήθως όταν στο τέρμα καθόταν κάποιος πολύ καλός παίκτης ή κάποιος που βαριόταν να κάτσει τέρμα. Επομένως όταν η ομάδα του ήταν στην επίθεση έβγαινε και αυτός μπροστά, διατηρώντας ταυτόχρονα την ιδιότητα του τερματοφύλακα.
Γκελάκια/αγγελάκια/ποδαράκια: Με αυτή τη λέξη εννοούσαμε τα χτυπήματα που μπορούσε να κάνει κάποιος με την μπάλα χωρίς να πέσει εκείνη στο έδαφος. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάναμε διαγωνισμό για το ποιος έκανε τα περισσότερα.
Καραβολίδα: Το πάρα πολύ δυνατό σουτ. Υπήρχε μάλιστα ο άγραφος κανόνας σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύονταν οι “καραβολίδες” από κοντά, κυρίως μετά από απαίτηση του άτυχου που τον έβαζαν πάντα τέρμα. Παραβίαση του συγκεκριμένου κανόνα ήταν λόγος για καβγά.
Ξερόμυτο: Το πολύ δυνατό σουτ που γινόταν με την μύτη του παπουτσιού.
Μπεκάτσα/τσαρούχι/στα περιστέρια: Το πολύ άστοχο σουτ που δεν έβρισκε στόχο και θεωρητικά πήγαινε στα πουλιά.
Οι κανόνες
Το γεγονός ότι παίζαμε ποδόσφαιρο, δεν σημαίνει πως οι κανόνες ήταν δεδομένοι. Προφανώς δεν υπήρχε offside, ενώ ένα ξακαθάρισμα που κάναμε από την αρχή του ματς ήταν το αν θα παίζαμε με “τους παλιούς ή με τους καινούργιους κανόνες”. Το γεγονός ότι στην προηγούμενη πρόταση χρησιμοποιούσαμε πληθυντικό δεν είχε απολύτως κανένα νόημα, αφού στην ουσία ο μοναδικός κανόνας που άλλαζε ήταν το “έμμεσο”.
Σύμφωνα με τους παλιούς κανόνες, μπορούσαμε να γυρίσουμε την μπάλα στον τερματοφύλακα και εκείνος να την πιάσει με τα χέρια, χωρίς να καταλογιστεί έμμεσο. Ενώ, με βάση τους καινούργιους, δεν μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο.
Δεν μετράνε οι σπόντες: Ο συγκεκριμένος κανόνας έβρισκε εφαρμογή σε γήπεδα που περιλάμβαναν τείχους, όπως τα προαύλια σχολείων. Με αυτό τον κανόνα ξεκαθαρίζαμε το κατά πόσο θα μπορούσαμε να ντριμπλάρουμε κάνοντας σπόντες με τον τοίχο.
Στα τρία κόρνερ πέναλτι: Αυτός ο κανόνας αφορούσε τα μονά και συνέβαινε αυτό ακριβώς που περιγράφει. Όταν μια ομάδα έβγαζε την μπάλα τρεις φορές άουτ, οι αντίπαλοι χτυπούσαν πέναλτι.
“Αυτό δεν το είχαμε πει από την αρχή”: Η ατάκα αυτή λειτουργούσε ως κανόνας πάνω από τους κανόνες. Αν για παράδειγμα δεν είχαμε ξεκαθαρίσει από την αρχή αν θα παίζαμε π.χ. με σπόντα ή χωρίς, μόλις κάποιος έλεγε αυτή την ατάκα έθετε θέμα για τους κανόνες του παιχνιδιού από εκείνη τη στιγμή και μετά. Συνήθως ήταν λόγος για να ξεσπάσει σύρραξη στο γήπεδο.
Η “φάση”
Η συγκεκριμένη λέξη αποτελεί την πιο “δημιουργική ασάφεια” του ποδοσφαίρου των παιδικών μας χρόνων. Όταν το παιχνίδι έφτανε χρονικά προς την λήξη του, η ομάδα που καιγόταν να ισοφαρίσει ή να πλησιάσει στο σκορ άρχιζε να φωνάζει “φάση”. Λέγοντας “φάση” στην ουσία εννοούσε πως έπρεπε να γίνει ακόμα μια φάση πριν να ολοκληρωθεί το παιχνίδι. Ποτέ, όμως, δεν είχε διευκρινιστεί με σαφήνεια αν η φάση τελείωνε όταν η μπάλα έβγαινε άουτ, πλάγιο, γινόταν φάουλ ή έμπαινε γκολ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα πολλές φορές η “φάση” να πλησιάζει σε διάρκεια ολόκληρο το μέχρι τότε παιχνίδι. Κατά τη διάρκεια της “φάσης” έχουν μπει τα πιο επικά γκολ, έχουν γίνει οι πιο εντυπωσιακοί πανηγυρισμοί και έχει πέσει το περισσότερο ξύλο στην ιστορία του ποδοσφαίρου της “αλάνας”.
Τα παιχνίδια
Πέρα από το κλασικό “διπλό” υπήρχε μια σειρά ποδοσφαιρικών παιχνιδιών που παίζαμε είτε για “ζέσταμα” είτε γιατί δεν μαζευόμασταν ο απαραίτητος αριθμός ατόμων για “διπλό’.
Πασούλες και σουτ: Μέχρι να μαζευτούμε για να αποφασίσουμε τι θα παίξουμε, όσοι είχαν πάει νωρίτερα στο “γήπεδο” έκαναν πάσες και σούταραν στον τερματοφύλακα. Τόσο απλό!
Μονό ή μονάκι: Στο μονό συνήθως συμμετείχαν 3 ή 5 άτομα. Ένας εναντίον ενός ή δύο εναντίον δύο και ένας τερματοφύλακας. Το παιχνίδι ξεκινούσε με τον τερματοφύλακα να έχει γυρισμένη την πλάτη προς τους παίκτες και να τους πετάει την μπάλα στα τυφλά για λόγους αξιοκρατίας. Στο μονό έβρισκε εφαρμογή ο κανόνας “στα τρία κόρνερ πέναλτι”.
Ένας άλλος κανόνας που ίσχυε στο μονό ήταν πως για να μετρήσει ένα γκολ θα έπρεπε η μια ομάδα να έχει περάσει τουλάχιστον έναν από τους αντιπάλους. Ο μοναδικός τρόπος για να μετρήσει το γκολ χωρίς να περάσεις τον αντίπαλό σου ήταν να βάλεις γκολ απευθείας από την επαναφορά του τερματοφύλακα, χωρίς εκείνη να έχει προλάβει να ακουμπήσει στο έδαφος.
Πρωταθληματάκια: Όταν υπήρχαν πολλά άτομα, αλλά βαριόμασταν να παίξουμε διπλό, χωριζόμασταν σε ομάδες των δύο ατόμων και παίζαμε knock-out μονάκια, μέχρι να αναδειχθεί ο πρωταθλητής.
Γερμανικό/άγια: Για το παιχνίδι αυτό χρειαζόταν ένας τερματοφύλακας και δύο έως τέσσερις παίκτες (παραπάνω δεν ήταν βολικό). Σε αυτό το παιχνίδι έπρεπε να σκοράρεις μετά από πάσα χωρίς η μπάλα να πέσει στο έδαφος. Ανάλογα με τον τρόπο που θα έβαζες το γκολ έπαιρνες και πόντους. Για απλό σουτ έπαιρνες έναν πόντο, για κεφαλιά δύο, για ψαλιδάκι -λέμε τώρα- πέντε.
Πηγη :
http://anonymoigr.blogspot.gr/2015/0...edium=facebook